Η σύφιλη είναι μία σεξουαλικώς μεταδιδόμενη λοίμωξη, η οποία προκαλείται από το βακτήριο Treponema pallidum. Η λοίμωξη μεταδίδεται μέσω σεξουαλικής επαφής, μέσω επαφής με δερματικές βλάβες, κάθετα από τη μητέρα στο νεογνό, μέσω παραγώγων αίματος ή κατά τη μεταμόσχευση συμπαγών οργάνων.
Η μετάδοση της λοίμωξης μέσω σεξουαλικής επαφής (δεν απαιτείται πλήρης διεισδυτική σεξουαλική επαφή) πραγματοποιείται κυρίως κατά την πρωτογόνο και δευτερογόνο σύφιλη, με επαφή με μολυσματικές βλάβες (πρωτοπαθές έλκος, πλατέα κονδυλώματα, βλεννώδεις πλάκες) που είναι συνήθως ανώδυνες και μπορεί να μην γίνουν αντιληπτές από τον πάσχοντα. Η όψιμη σύφιλη θεωρείται γενικά μη μεταδοτική.
Η νόσος έχει χρόνο επώασης 10-90 ημέρες από την έκθεση.
Η νευροσύφιλη μπορεί να εμφανιστεί σε οποιοδήποτε στάδιο της νόσου με προσβολή του ΚΝΣ ή οπτικού ή ακουστικού νεύρου.
Τα στάδια της σύφιλης μπορεί να αλληλοεπικαλύπτονται.
(Λοίμωξη από Treponema pallidum)
Πρωτογόνος σύφιλη: Κάθε άτομο με ένα ή περισσότερα (συνήθως ανώδυνα) συφιλιδικά έλκη στη γεννητική, περινεϊκή, πρωκτική περιοχή, ή στο στόμα, στο φαρυγγικό βλεννογόνο ή οπουδήποτε αλλού εκτός της περιοχής των γεννητικών οργάνων
Δευτερογόνος σύφιλη: Κάθε άτομο με τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα:
Πρώιμη λανθάνουσα σύφιλη (<1 έτος): Απουσία συμπτωμάτων και ιστορικό συμπτωμάτων συμβατών με εκείνα των πρώιμων σταδίων της σύφιλης εντός των τελευταίων δώδεκα μηνών
Επισημαίνεται ότι :
Τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα:
Πρωτογόνος / δευτερογόνος σύφιλη: Επιδημιολογική σύνδεση με μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο (σεξουαλική επαφή)
Πρώιμη λανθάνουσα σύφιλη (<1 έτος): Επιδημιολογική σύνδεση με μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο (σεξουαλική επαφή) εντός των δώδεκα προηγούμενων μηνών
Κατάταξη κρούσματος (στα πλαίσια της επιδημιολογικής επιτήρησης)
Α. Ενδεχόμενο κρούσμα*: Δεν χρησιμοποιείται
Β. Πιθανό κρούσμα: Κάθε άτομο που πληροί τα κλινικά κριτήρια και έχει επιδημιολογική σύνδεση
Γ. Επιβεβαιωμένο κρούσμα: Κάθε άτομο που πληροί τα εργαστηριακά κριτήρια για επιβεβαίωση κρούσματος
*Ενδεχόμενο κρούσμα = κρούσμα που πληροί τα κλινικά κριτήρια και δεν επιβεβαιώνεται με επιδημιολογικά ή εργαστηριακά στοιχεία. Ο ορισμός κρούσματος ως ενδεχόμενο έχει υψηλή ευαισθησία αλλά χαμηλή ειδικότητα. Έτσι, αναγνωρίζει τις περισσότερες περιπτώσεις κρουσμάτων περιλαμβάνοντας και κάποια ψευδώς θετικά.