Σύμφωνα με το Κέντρο Πρόληψης & Ελέγχου Λοιμωδών Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ, παυσίπονα και αντιπυρετικά φάρμακα (παρακεταμόλη, ασπιρίνη, μη στερινοειδή αντιφλεγμονώδη) δεν πρέπει να λαμβάνονται προληπτικά πριν τον εμβολιασμό διότι δεν είναι γνωστή η επίδραση τους στην ανοσολογική απάντηση. Η χορήγηση τους ενδείκνυται στην περίπτωση που η συμπτωματολογία (πυρετός, πόνος, κ.ά.) μετά τον εμβολιασμό δεν είναι ανεκτή από τον εμβολιαζόμενο.
Σε περίπτωση που ο εμβολιαζόμενος λαμβάνει με ιατρική σύσταση κάποιο από τα παραπάνω φάρμακα, όπως ασπιρίνη καθημερινά μετά από ισχαιμικό εγκεφαλικό ή καρδιακό επεισόδιο, οφείλει να συνεχίσει την αγωγή του με τη συνιστώμενη δόση.
Οι εμβολιαζόμενοι που λαμβάνουν αντιπηκτική αγωγή οφείλουν να ενημερώνουν το εμβολιαστικό κέντρο, προκειμένου το άτομο που χορηγεί το εμβόλιο να εφαρμόζει παρατεταμένη πίεση στο σημείο της ένεσης για να αποφεύγεται η αιμορραγία.
Η προληπτική χορήγηση αντιισταμινικών πριν τον εμβολιασμό με στόχο τη μείωση της πιθανότητας αναφυλαξίας δεν ενδείκνυται, διότι δεν είναι αποτελεσματική αλλά και μπορεί να συγκαλύψει πρώιμα σημεία αλλεργικής αντίδρασης στο εμβόλιο και να καθυστερήσει την αντιμετώπιση. Αντίθετα, τα άτομα που λαμβάνουν συστηματικά αντιισταμινικά για υποκείμενη πάθηση δεν χρειάζεται να σταματήσουν την αγωγή τους.
Τυχόν θεραπεία με αντιιικά φάρμακα (Tamiflu, Truvada, Acyclovir κ.ά.) δεν αναμένεται να επηρεάσει την ανοσολογική απόκριση αφού κανένα από τα διαθέσιμα εμβόλια COVID-19 δεν περιέχει ζώντα ιό. Παρόλα αυτά, εφόσον το άτομο εξακολουθεί να εμφανίζει συμπτώματα της λοίμωξης για την οποία έχει συνταγογραφηθεί το αντιιικό φάρμακο, μπορεί να αναβάλει τον εμβολιασμό έως ότου αυτά υποχωρήσουν προκειμένου να μην υπάρξει σύγχυση με τυχόν ανεπιθύμητες ενέργειες του εμβολίου.
Όπως και τα αντιιικά, τα αντιβιοτικά δεν αναμένεται να επηρεάσουν την ανοσολογική απάντηση στον εμβολιασμό για την COVID-19. Εφόσον το άτομο εξακολουθεί να παρουσιάζει συμπτώματα της βακτηριακής λοίμωξης για την οποία λαμβάνει την αντιμικροβιακή αγωγή, μπορεί να αναβάλει για λίγο τον εμβολιασμό προκειμένου να μπορεί να γίνει διάκριση μεταξύ των συμπτωμάτων από τη λοίμωξη και εκείνων από το εμβόλιο.
Τα κορτικοειδή έχουν αντιφλεγμονώδη δράση και χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία διαφόρων παθήσεων. Επειδή η δοσολογία και η οδός χορήγησης ποικίλει και τα φάρμακα αυτά επηρεάζουν άμεσα το ανοσοποιητικό σύστημα, συστήνεται ο εμβολιαζόμενος να ενημερώνει τον υπεύθυνο του εμβολιαστικού κέντρου έτσι ώστε να γίνεται κατάλληλη αξιολόγηση. Συχνά, η χορηγούμενη δόση είναι χαμηλή και το φάρμακο χορηγείται τοπικά και δεν επηρεάζει τον εμβολιασμό.
Όπως και τα κορτικοειδή, οι βιολογικοί παράγοντες (Humira, Enbrel, Remicade, κ. ά.) επιδρούν στο ανοσοποιητικό σύστημα και χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία μεγάλου φάσματος παθήσεων. Για το λόγο αυτό, κάθε υποψήφιος για εμβολιασμό για την COVID-19 θα πρέπει να συμβουλεύεται τον θεράποντα ιατρό του.