Οι ιογενείς αιμορραγικοί πυρετοί αφορούν σε κλινικά σύνδρομα τα οποία συνήθως περιλαμβάνουν εκδηλώσεις πυρετού και αιμορραγίας.
Τα αίτια τους είναι ιοί που ανήκουν σε 4 διαφορετικές οικογένειες:
Τα κοινά χαρακτηριστικά των ιών αυτών περιλαμβάνουν τα παρακάτω στοιχεία:
Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, οι ασθένειες που προκαλούν αυτοί οι ιοί δεν έχουν ειδική φαρμακευτική θεραπεία, παρά μόνο υποστηρικτική αγωγή.
Πίνακας : Αρενα-Ιοί που προκαλούν νόσο στον άνθρωπο.
Ιός | Νόσος | Έτος Ανακάλυψης |
---|---|---|
Λεμφοκυτταρικής Χοριομηνιγγίτιδας (LCMV) | Λεμφοκυτταρική Χοριομηνιγγίτιδα | 1933 |
Junin | Αιμορραγικός πυρετός της Αργεντινής | 1958 |
Machupo | Αιμορραγικός πυρετός της Βολιβίας | 1963 |
Lassa | Πυρετός Λάσσα | 1969 |
Guanarito | Αιμορραγικός πυρετός της Βενεζουέλας | 1989 |
Sabia | Αιμορραγικός πυρετός της Βραζιλίας | 1993 |
Chapare | Αιμορραγικός πυρετός Chapare (επαρχία στη κεντρική Βολιβία) | 2004 |
Lujo | Αιμορραγικός πυρετός Lujo | 2008 |
Ο πυρετός Lassa βρίσκεται κυρίως στην Δυτική Αφρική, ενώ ο Junin και ιοί της ίδιας οικογένειας είναι γνωστοί στην Λατινική Αμερική και ιδιαίτερα στην Αργεντινή (Junin), στην Βολιβία (Machupo), στην Βενεζουέλα (Guanarito) και στην Βραζιλία (Sabia).
Στη φύση οι λοιμώξεις αυτές συνδέονται συνήθως με έκθεση σε μολυσμένα τρωκτικά μέσω επαφής με τις εκκρίσεις τους, εισπνοής μολυσμένης σκόνης ή κατανάλωσης μολυσμένης τροφής. Υπάρχουν επίσης αναφορές για την μετάδοση αυτών των αιμορραγικών πυρετών από άνθρωπο σε άνθρωπο κατά την διάρκεια συμβίωσης ή παροχής νοσηλείας. Στις περιπτώσεις αυτές ενοχοποιείται κυρίως επαφή με μολυσματικές εκκρίσεις ασθενών και λιγότερο η αερογενής μετάδοση.
Η οικογένεια των Bunya-ιών είναι πολυάριθμη (>300 διαφορετικοί ιοί), και περιλαμβάνει μέλη με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη χώρα μας όπως οι ιοί Hanta και ο Αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας –Κονγκό (CCHF). Οι ιοί αυτοί ενδημούν στη περιοχή της Νοτιο-Ανατολικής Ευρώπης και σποραδικά περιστατικά αιμορραγικών πυρετών διαγιγνώσκονται στη Β. Ελλάδα τόσο εξ αιτίας του ιού Hantaan, όσο και του CCHF.
Στην οικογένεια αυτή ανήκει και ο ιός του πυρετού της κοιλάδας Rift (Rift Valley Fever), ο οποίος ανήκει στο γένος των φλεβο-ιών. Απαντάται κυρίως στην Ανατολική και Νότιο Αφρική και τη Μαδαγασκάρη, όπου προκαλεί ζωονόσο στα οικόσιτα ζώα (όπως βοοειδή, αιγοπρόβατα και καμήλες) και μεταδίδεται στον άνθρωπο με το τσίμπημα κουνουπιών (κυρίως του γένους Aedes), με επαφή με αίμα ή σωματικά υγρά ζώων-φορέων.
Δεν έχει επιβεβαιωθεί μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο, αλλά μεγάλες επιδημίες του Πυρετού Rift Valley έχουν περιγραφεί στην Ανατολική Αφρική.
Οι οικογένεια αυτή περιλαμβάνει μόνο δύο μέλη τους ιούς Ebola και Marburg, οι οποίοι απαντώνται κυρίως στην υπο-Σαχάριο Αφρική. Πρόκειται κατά βάση για ζωονόσους, αν και το είδος του ζώου που αποτελεί την φυσική δεξαμενή των ιών αυτών δεν έχει ακόμα προσδιοριστεί, αν και τελευταία δεδομένα υποδηλώνουν την κυκλοφορία τους σε πληθυσμούς νυχτερίδων στην Αφρική.
Τουλάχιστον πέντε διαφορετικά είδη του ιού Ebola έχουν απομονωθεί, εκ των οποίων τα τέσσερα προκαλούν πολύ σοβαρή νόσο στον άνθρωπο. Οι επιδημίες της νόσου στην Αφρική συνήθως μεγεθύνονται από την δευτερογενή μετάδοση μέσα στα νοσοκομεία, την χρήση βελόνων πολλαπλές φορές χωρίς αποστείρωση και την έλλειψη κατάλληλων μέσων ατομικής προστασίας (ΜΑΠ) για το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό.
Οι ιοί Ebola και Marburg μεταδίδονται από άνθρωπο σε άνθρωπο κυρίως μετά από επαφή με αίμα ή εκκρίσεις ασθενών.
Η πιθανότητα μετάδοσης της νόσου από άνθρωπο σε άνθρωπο μεγαλώνει στα τελευταία στάδια της νόσου, πιθανόν λόγω της αυξημένης ιαιμίας.
Λόγω της σοβαρότητας της προκαλούμενης νόσου με θνητότητα που φθάνει και το 80-90% σε καταγεγραμμένες επιδημίες Ebola στην Αφρική και της ανυπαρξίας θεραπείας, οι ιοί αυτοί συμπεριλαμβάνονται διεθνώς στις λίστες των βιολογικών παραγόντων υψηλού κινδύνου για ηθελημένη απελευθέρωση.
Πρόκειται για αρμπο-ιούς, δηλαδή ιοί οι οποίοι μεταδίδονται μέσω αρθροπόδων μολύνοντας περιστασιακά και τον άνθρωπο. Χιλιάδες ανθρώπινα κρούσματα παγκοσμίως οφείλονται σε ιούς της οικογένειας αυτής, που περιλαμβάνουν τους παρακάτω ιούς:
Η νόσος έχει συνήθως οξεία έναρξη με πυρετό, διάρροια (ενδεχομένως αιμορραγική) και εμέτους. Η κεφαλαλγία, η ναυτία και ο κοιλιακός πόνος είναι συνήθη συμπτώματα. Μπορεί να ακολουθήσουν αιμορραγικές εκδηλώσεις. Σε ορισμένους ασθενείς εμφανίζεται επίσης κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα στον κορμό.
Κρούσμα που συμφωνεί με την κλινική περιγραφή και έχει επιδημιολογική σύνδεση.
Κρούσμα που συμφωνεί με την κλινική περιγραφή και έχει επιβεβαιωθεί εργαστηριακά.
Νόσος με προοδευτική έναρξη, που εκδηλώνεται με κακουχία, πυρετό, κεφαλαλγία, κυνάγχη, βήχα, ναυτία, εμέτους, διάρροια, μυαλγίες και θωρακικό άλγος. Μπορεί να ακολουθήσουν αιμορραγικές εκδηλώσεις.
Κρούσμα που συμφωνεί με την κλινική περιγραφή και έχει επιδημιολογική σύνδεση.
Κρούσμα που συμφωνεί με την κλινική περιγραφή και έχει επιβεβαιωθεί εργαστηριακά.
Νόσος με προοδευτική έναρξη, που εκδηλώνεται με υψηλό πυρετό, ρίγη, μυαλγίες, ναυτία, ανορεξία, εμέτους, κεφαλαλγία, οσφυαλγία. Μπορεί να ακολουθήσουν αιμορραγικές εκδηλώσεις.
Κρούσμα με συμβατή κλινική εικόνα, το οποίο έχει επιδημιολογική σύνδεση.
Κρούσμα με συμβατή κλινική εικόνα, το οποίο έχει επιβεβαιωθεί εργαστηριακά.