Πρόκειται για το Εθνικό Κέντρο Αναφοράς Σαλμονελλών-Σιγκελλών (ΕΚΑΣΣ) στη Νότια Ελλάδα και το Μικροβιολογικό Εργαστήριο του Νοσοκομείου Ειδικών Παθήσεων Θεσσαλονίκης στη Βόρεια Ελλάδα που λαμβάνουν στελέχη σαλμονέλλας/σιγκέλλας, από τα νοσοκομεία της χώρας για περαιτέρω τυποποίηση. Συστήνεται η αποστολή του συνόλου των απομονωθέντων στελεχών στα Κέντρα Αναφοράς αφενός για την παρακολούθηση των διαχρονικών τάσεων αφετέρου για την ανίχνευση τυχόν επιδημικών εξάρσεων.
Εδρεύει και λειτουργεί από το 1983 στο Ελληνικό Ινστιτούτο Pasteur. Είναι το μόνο διαπιστευμένο εργαστήριο για την Ελλάδα από τον Π.Ο.Υ. και συμμετέχει από το 1995 στο Παγκόσμιο Δίκτυο Εργαστηρίων του ΠΟΥ (GPLN) για την επιτήρηση της πολιομυελίτιδας. Κύρια δράση του εργαστηρίου είναι η εργαστηριακή διερεύνηση των κρουσμάτων Οξείας Χαλαρής Παράλυσης (ΟΧΠ) που εμφανίζονται στην Ελλάδα κάθε χρόνο σε παιδιά κάτω των 15 ετών. Αυτό υλοποιείται με τον έλεγχο κοπράνων από τα κρούσματα αυτά για να διερευνηθεί εάν ευθύνονται άγρια στελέχη του ιού πολιομυελίτιδας ή μεταλλαγμένα στελέχη προερχόμενα από τα στελέχη του εμβολίου (vaccine derived poliovirus – VDPV).
Εδρεύει και λειτουργεί από το 1993 στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ). Συνεργάζεται με όλα τα νοσοκομεία της χώρας και λαμβάνει βιολογικά δείγματα (αίμα, ΕΝΥ, πλευριτικό υγρό κλπ) από πιθανά ή και βεβαιωμένα κρούσματα μηνιγγίτιδας προκειμένου να γίνει ταυτοποίηση και τυποποίηση των μικροοργανισμών που προκαλούν βακτηριακή μηνιγγίτιδα. Στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του Κέντρου γίνεται:
Περισσότερες πληροφορίες για τη λειτουργία του Κέντρου μπορείτε να δείτε πατώντας εδώ.
Ο έλεγχος για λεγιονέλλα, κυρίως σε περιβαλλοντικά δείγματα (δείγματα νερού από συστήματα ύδρευσης, συστήματα κλιματισμού κλπ) γίνεται στο Κεντρικό Εργαστήριο Δημόσιας Υγείας (Κ.Ε.Δ.Υ), στα Περιφερειακά Εργαστήρια Δημόσιας Υγείας (Π.Ε.Δ.Υ) και συγκεκριμένα Π.Ε.Δ.Υ Κρήτης, ΠΕΔΥ Θεσσαλίας, καθώς και στο Μικροβιολογικό Εργαστήριο του Α.Χ.Ε.Π.Α. Τα περιβαλλοντικά δείγματα αποστέλλονται είτε σε συστηματική βάση από τα νοσοκομεία της χώρας στο πλαίσιο του ελέγχου της λεγιονέλλας στα συστήματα νερού τους, είτε κατά περίπτωση όταν διερευνώνται μεμονωμένα κρούσματα ή συρροές κρουσμάτων της νόσου.
Τα εν λόγω εργαστήρια προβαίνουν σε ανίχνευση, ταυτοποίηση και τυποποίηση των στελεχών της λεγιονέλλας, καθώς και σε μοριακούς ελέγχους για την σύγκριση κλινικών και περιβαλλοντικών στελεχών.
Το Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς Γρίπης Νότιας Ελλάδας βρίσκεται στο Ελληνικό Ινστιτούτο Pasteur και το Εθνικό Κέντρο Αναφοράς Γρίπης Βόρειας Ελλάδας στο Β΄ Μικροβιολογικό Εργαστήριο του Α.Π.Θ. Ο εργαστηριακός έλεγχος της εποχικής γρίπης πραγματοποιείται συστηματικά κάθε χρόνο την περίοδο Νοέμβριος – Μάιος σε κλινικά δείγματα (ρινοφαρυγγικά επιχρίσματα ή εκπλύματα) από ασθενείς με κλινική εικόνα γριπώδους συνδρομής. Τα δείγματα συλλέγονται σε εβδομαδιαία βάση από τους ιατρούς του Δικτύου Παρατηρητών Νοσηρότητας (Sentinel) που έχει οργανωθεί από τον ΕΟΔΥ. Επίσης αποστέλλονται δείγματα και από Νοσοκομεία, κυρίως από ασθενείς με βαριά κλινική εικόνα γρίπης. Τα εργαστήρια είναι αναγνωρισμένα από τον ΠΟΥ και ελέγχονται από αυτόν σε ετήσια βάση για την επάρκεια ανίχνευσης του ιού γρίπης Α σύμφωνα με το “WHO External Quality Assessment Programme for the Detection of Influenza Virus Type A by PCR“. Επίσης ελέγχεται για την ικανότητα απομόνωσης των ιών γρίπης Α και Β σε κυτταροκαλλιέργεια.
Ανήκει στο Μικροβιολογικό Εργαστήριο του Γενικού Νοσοκομείου Νοσημάτων Θώρακος Αθηνών (Γ.Ν.Ν.Θ.Α). Το Ε.Κ.Α.Μ υποστηρίζει τις ανάγκες της μικροβιολογικής διάγνωσης της φυματίωσης τόσο του Νοσοκομείου «Η ΣΩΤΗΡΙΑ», όσο και όλων των Δημοσίων και Ιδιωτικών Νοσοκομείων της χώρας, καθώς και των ιδιωτών ασθενών. Ο μικροβιολογικός έλεγχος περιλαμβάνει έξι επίπεδα: 1) μικροσκοπική εξέταση (οξεάντοχη χρώση), 2) ανίχνευση και απομόνωση μυκοβακτηριδίων, 3) ταυτοποίηση σε επίπεδο είδους ή συμπλέγματος, 4) έλεγχο αντοχής στα αντιφυματικά φάρμακα, 5) παρακολούθηση της ανταπόκρισης τους ασθενούς στη θεραπεία μέσω του μικροβιολογικού ελέγχου, 6. διαγνωστικό έλεγχο λανθάνουσας φυματίωσης (Quantiferon IT-Gold). Τα δεδομένα του Ε.Κ.Α.Μ αποστέλλονται σε συστηματική βάση στο ΕΟΔΥ, ενώ συμμετέχει και στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο των Εργαστηρίων για τη φυματίωση.
Για την παρακολούθηση της ιλαράς και της ερυθράς ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει δημιουργήσει δίκτυο εργαστηρίων, από ένα σε κάθε χώρα. Στην Ελλάδα, τo Εργαστήριο Αναφοράς Ερυθράς και Ιλαράς έχει ιδρυθεί το 2003 στο Ελληνικό Ινστιτούτο Pasteur με απόφαση του Υπουργείου Υγείας και αποτελεί μέλος του δικτύου των εθνικών εργαστηρίων, που έχουν δημιουργηθεί σε όλες τις χώρες του κόσμου. Σκοπός των εργαστηρίων αυτών είναι η επιβεβαίωση των κρουσμάτων ιλαράς και ερυθράς (επίκτητης και συγγενούς) σε κάθε χώρα. Αυτό επιβάλλεται διότι δεν είναι δυνατόν μόνο από την εμφάνιση των συμπτωμάτων να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα για το εάν ένα εξανθηματικό νόσημα είναι ιλαρά ή ερυθρά, δεδομένου ότι και άλλα εξανθηματικά νοσήματα έχουν ίδια εικόνα. Η επιβεβαίωση των κρουσμάτων είναι επιβεβλημένη για την εκρίζωση των δύο αυτών νοσημάτων. Η επιβεβαίωση των κρουσμάτων γίνεται με έλεγχο των ειδικών αντισωμάτων έναντι των ιών της ιλαράς και ερυθράς με εξέταση του αίματος του ασθενούς. Επιπλέον, στο Εθνικό Εργαστήριο Ιλαράς/Ερυθράς έχουν αναπτυχθεί μοριακές μέθοδοι για την ανίχνευση του ιού ιλαράς, μέθοδοι απομόνωσης του ιού σε κυτταροκαλλιέργειες, καθώς και ανίχνευσης του ιού με ανοσοφθορισμό.
Ιδιαίτερη σημασία δίδεται στην επιτήρηση της οξείας χαλαρής παράλυσης (ΟΧΠ) μέσω της οποίας γίνεται η επιτήρηση της πολιομυελίτιδας. Η επιτήρηση γίνεται μέσω του δικτύου οξείας χαλαρής παράλυσης και η διαδικασία που ακολουθείται είναι η ακόλουθη:
Η επιτήρηση της γρίπης έχει ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα μας, όπως και για όλες τις χώρες, δεδομένου ότι προκαλεί ετήσιες επιδημίες που έχουν σαν αποτέλεσμα αυξημένη νοσηρότητα και θνητότητα σε ομάδες υψηλού κινδύνου.
Η γρίπη επιτηρείται μέσω:
Τα κρούσματα γριπώδους συνδρομής δηλώνονται με τον ακόλουθο κλινικό ορισμό:
Με βάση τα αποτελέσματα της ανάλυσης, παρακολουθείται η δραστηριότητα της γρίπης στην κοινότητα. Το κλινικό σκέλος επιτήρησης της γρίπης μέσω του συστήματος αυτού επιτρέπει: α) την έγκαιρη ανίχνευση της έναρξης του επιδημικού κύματος της γρίπης, β) την πρόβλεψη, με βάση τα δεδομένα των προηγούμενων περιόδων γρίπης, του χρονικού διαστήματος κορύφωσης του επιδημικού κύματος και γ) την εκτίμηση της συνολικής διάρκειας του επιδημικού κύματος.
Το εργαστηριακό σκέλος της επιδημιολογικής επιτήρησης, αφορά την ανίχνευση του ιού σε ρινοφαρυγγικά δείγματα, που αποστέλλονται στα Κέντρα/Εργαστήρια Αναφοράς Γρίπης, από τους ιατρούς του δικτύου μονάδων υγείας Ι.Κ.Α και από επιλεγμένους ιατρούς του δικτύου κέντρων υγείας – περιφερειακών ιατρείων.
Τα Κέντρα/Εργαστήρια Αναφοράς με εξειδικευμένες ιολογικές εξετάσεις απομονώνουν και ταυτοποιούν τα στελέχη του ιού που κυκλοφορούν στην Ελλάδα και συμμετέχουν στο δίκτυο εργαστηριακής επιτήρησης της γρίπης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Το εργαστηριακό σκέλος επιτήρησης της γρίπης μέσω του συστήματος αυτού επιτρέπει:
Τέλος, σε εβδομαδιαία βάση αποστέλλονται τα κλινικά και τα εργαστηριακά δεδομένα στο ECDC, στο πλαίσιο της συμμετοχής της χώρας στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Επιτήρησης της Γρίπης (EISN).